- υέλινος
- και ὑέλλινος, -ίνη, -ον, Αιων. τ. βλ. υάλινος.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ὑέλινος — ὑάλινος of crystal masc nom sg ὑέλινος of crystal masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑελίνων — ὑάλινος of crystal fem gen pl ὑάλινος of crystal masc/neut gen pl ὑέλινος of crystal fem gen pl ὑέλινος of crystal masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑέλινον — ὑάλινος of crystal masc acc sg ὑάλινος of crystal neut nom/voc/acc sg ὑέλινος of crystal masc acc sg ὑέλινος of crystal neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υάλινος — η, ο / ὑάλινος, ίνη, ον, ΝΜΑ, και ιων. τ. ὑέλινος και ὑέλλινος, Α γυάλινος αρχ. διαφανής και στιλπνός σαν το γυαλί («καὶ ἐνώπιον τοῡ θρόνου ὡς θάλασσα ὑαλίνη», ΚΔ). [ΕΤΥΜΟΛ. < ὕαλλος / ὕελος + κατάλ. ινος (πρβλ. λίθ ινος)] … Dictionary of Greek
ὑελίνη — ὑάλινος of crystal fem nom/voc sg (attic epic ionic) ὑέλινος of crystal fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑελίνην — ὑάλινος of crystal fem acc sg (attic epic ionic) ὑέλινος of crystal fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑελίνης — ὑάλινος of crystal fem gen sg (attic epic ionic) ὑέλινος of crystal fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑελίνοις — ὑάλινος of crystal masc/neut dat pl ὑέλινος of crystal masc/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑελίνου — ὑάλινος of crystal masc/neut gen sg ὑέλινος of crystal masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑελίνους — ὑάλινος of crystal masc acc pl ὑέλινος of crystal masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)